Του Ιωάννη Πραντσίδη,
Επίκουρου Καθηγητή του Τ.Ε.Φ.Α.Α. του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Μέλους του ΔΣ της Π.Ο.Σ.Α.Ρ.
Με αφορμή το 5ο αντάμωμα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Ανατολικής Ρωμυλίας στις 27 Ιουλίου στη Νέα Αγχίαλο θα ήθελα να εκφράσω μερικές σκέψεις γύρω από την παράδοση, μια λέξη που ακούγεται κατά κόρον σ’ όλα τα ανταμώματα των πολιτιστικών συλλόγων.
Όλοι μιλούν για την παράδοση που παραλάβαμε από τους προγόνους μας και πρέπει να τη μεταλαμπαδεύσουμε στη νέα γενιά. Ποια παράδοση βέβαια είναι αυτή που παραδίδουμε στα παιδιά μας αυτό είναι ένα ζητούμενο. Είναι γεγονός ότι από την δεκαετία του 70 παρατηρείται μια έκρηξη στη δημιουργία πολιτιστικών συλλόγων σ’ όλο τον ελλαδικό χώρο, ίσως ως αντίδραση προς την απαξίωση του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού, που προηγήθηκε με τη στροφή της ελληνικής κοινωνίας προς τα ευρωπαϊκά πρότυπα και της ανάγκης να κρατήσουμε την ταυτότητά μας. Παράλληλα, προέκυψε η ανάγκη της στελέχωσης αυτών των συλλόγων με ανθρώπους που θα έπρεπε να γνωρίζουν αυτή την παράδοση για να την διδάξουν στα παιδιά. Εδώ ξεκινά και το μεγάλο πρόβλημα γιατί γι’ αυτή την υπόθεση δεν αρκεί το μεράκι και η καλή διάθεση κάποιου για να αναλάβει ένα τόσο υπεύθυνο έργο, που απαιτεί έρευνα, μελέτη και προπαντός σοβαρότητα.
Πάνω στο θέμα αυτό θέλω να εκφράσω κάποιες σκέψεις από τη σκοπιά του ανθρώπου που έζησε την πορεία της προβολής του λαϊκού πολιτισμού από διάφορες θέσεις. Την πορεία αυτή την έζησα από τη πλευρά του ανθρώπου που μεγάλωσε σε μια παραδοσιακή κοινωνία με όλα τα χαρακτηριστικά της, του ερευνητή και του δασκάλου της μουσικοχορευτκής μας παράδοσης για σαράντα και πλέον χρόνια. Όταν λέμε, βέβαια, παράδοση δεν είναι μια έννοια γενική και αόριστη, είναι συγκεκριμένη, με συγκεκριμένη φυσιογνωμία και ταυτότητα. Παράδοση είναι η γλώσσα με το συγκεκριμένο λεξιλόγιο και την ιδιαίτερη προφορά της, που αν και δεν τη μιλάμε σήμερα, ενυπάρχει στα τραγούδια μας, η μουσική με τους συγκεκριμένους ρυθμούς και τη συγκεκριμένη απόδοσή τους, η μουσικοποιητική δομή των τραγουδιών. Παράδοση είναι ο χορός, ο οποίος διαμορφώθηκε ανά τους αιώνες μαζί με το τραγούδι και τη μελωδία και το συγκεκριμένο, για κάθε περιοχή ,ύφος. Παράδοση είναι η φορεσιά η οποία κουβαλά στοιχεία από τη μακραίωνη ιστορία αυτού του τόπου. Παράδοση είναι οι αντιλήψεις, οι πεποιθήσεις ,οι συμπεριφορές, οι ηθικές και αισθητικές αξίες, πράγματα που εκφράζονται μέσα από το τραγούδι και το χορό και διαμορφώνουν την ιδιαίτερη φυσιογνωμία τους.
Οι ρίζες αυτής της παράδοσης, αυτού του πολιτισμού, κατά την άποψη πολλών μελετητών, ξεκινούν από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Ανάμεσα στη σύγχρονη και την αρχαία ελληνική μουσική, γράφει ο μουσικολόγος S. Baud-Bovy, υπάρχουν ομοιότητες όχι μόνο στο ρυθμό αλλά και στη δομή και τη μελωδία. Και ένας άλλος μεγάλος μελετητής της ελληνικής μουσικής ο Σ. Καράς γράφει: “Είναι ευτύχημα ότι σήμερα, μετά τόσους αιώνες, στο τραγούδι και την όρχηση-τον χορό-του λαού μας , ζεί ολόκληρο το σύστημα της ελληνικής ρυθμοποιίας. Και ίαμβοι και τροχαίοι και δάκτυλοι και ανάπαιστοι και σπονδείοι και παίωνες και ιωνικοί και χορίαμβοι και αντίσπαστοι και επίτριτοι και δόχμιοι και επιτέταρτοι και επιβατοί και άλλοι(είναι ονόματα ρυθμών), εις τρόπον ώστε να μπορούμε όχι μόνο να χαρούμε τον πλούτο και την ποικιλία τη ρυθμική και χορευτική των ελληνικών μελωδιών, αλλά και να διαπιστώσουμε την ενότητα, που υπάρχει μεταξύ αρχαίας και νέας ελληνικής μελοποιίας, ρυθμοποιίας και ορχήσεως”.
Όλα αυτά τα στοιχεία έφτασαν ως τις μέρες μας, μας τα παρέδωσαν οι παππούδες και οι πατεράδες μας και αυτά τα στοιχεία είμαστε υποχρεωμένοι να μεταλαμπαδεύσουμε στη νέα γενιά, αν θέλουμε η παράδοση αυτή να διατηρήσει την ταυτότητά της.
Είναι ευτύχημα το ότι έχουμε γνήσια στοιχεία αυτής της παράδοσης, όπως τα παραλάβαμε από του αυθεντικούς φορείς της, είτε είναι τραγούδι, μουσική ,χορός, είτε είναι φορεσιές είτε είναι δρώμενα, έτσι ώστε να έχουμε τη δυνατότητα να μελετούμε τα στοιχεία αυτά και να τα παρουσιάζουμε όσο είναι δυνατό κοντά στην πραγματικότητα. Δεν επιτρέπεται ελληνικοί σύλλογοι, που βρίσκονται πέραν του Ατλαντικού, στον Καναδά η στην Αμερική να βρίσκουν τρόπο και πρόσβαση στα στοιχεία αυτά και να εμφανίζονται αξιοπρεπώς και εμείς να τα αντιμετωπίζουμε με προχειρότητα. Την ευθύνη για την αξιοπρεπή εμφάνιση μιας ομάδας φέρει πρωτίστως ο δάσκαλος του χορευτικού και το συμβούλιο του συλλόγου. Το κριτήριο για μια σοβαρή παρουσία δεν πρέπει να είναι ο εντυπωσιασμός με οποιοδήποτε τρόπο αλλά η αξιοπρεπής εμφάνιση. Είναι προτιμότερο να χορέψει μια ομάδα με τα καθημερινά ρούχα, αν δεν διαθέτει αξιοπρεπείς φορεσιές, παρά να φορέσει κάκιστες απομιμήσεις. Είναι προτιμότερο μια ομάδα να περιοριστεί σε απλές χορευτικές μορφές, μέσα από τις οποίες θα μπορούν να εκφραστούν οι χορευτές παρά να επιδιώκουμε σύνθετες μορφές με δύσκολες τεχνικές, όπου προβληματίζονται οι χορευτές και μεταδίδουν τον προβληματισμό τους και στους θεατές. Ο χορός δεν είναι δύσκολες κινήσεις και πολύπλοκα σχήματα αλλά έκφραση και στο θεατή το μήνυμα που μεταδίδεται είναι αυτό που νιώθει ο χορευτής. Αυτή την παράδοση, για την οποία πρέπει να είμαστε περήφανοι, αν δεν την αντιμετωπίσουμε με σεβασμό, κάποια στιγμή θα μας γυρίσει την πλάτη.
Τελειώνοντας, θέλω να κάνω έκκληση στους δασκάλους που διδάσκουν στους συλλόγους, πέρα από την αγάπη τους για την παράδοση, να φροντίσουν να ενημερώνονται μέσα από τα σεμινάρια που διοργανώνονται και είναι αρκετά, από τη σχετική βιβλιογραφία και φυσικά από επιτόπια έρευνα όταν υπάρχει η δυνατότητα. Δεν είναι κακό να μην ξέρει κανείς κάποια πράγματα, κανείς δεν γεννιέται μαθημένος. Δεν είναι επίσης κακό να αναθεωρήσει κάποια πράγματα που τυχόν τα έμαθε λάθος, όλοι το έχουμε κάνει. Το κακό είναι να μη θέλει να μάθει και να παραμένει εγωϊστικά στην άγνοιά του.